Πριν λίγες μέρες το «οκτατόπυνα»
κατά κόσμον Τάσος Κανταράς κυκλοφόρησε το δεύτερο βιβλίο του. (Καλά λένε πως αν αρχίσεις κάτι θέλεις να
προχωρήσεις παρά πέρα).
Και το όνομα αυτού «ΑΝΥΠΟΤΑΚΤΟΙ ΔΥΣΚΟΛΩΝ ΚΑΙΡΩΝ».
Ένα βιβλίο συνέχεια
του προηγούμενου «ΔΙΑΡΚΕΣ ΦΥΛΛΟ ΠΟΡΕΙΑΣ»,
που αν το προηγούμενο σε δυσκόλευε να το αφομοιώσεις με τη «δαιδαλώδη» πλοκή
του αυτό το βιβλίο, από το δεύτερο
κιόλας κεφάλαιο, θέλεις να το ….πιείς μονορούφι.
Κεντρικός ήρωας του
ο Διαμαντής, που δεν θέλει «λεμόν΄στο ξύδ΄» να καταλάβεις ποιος είναι. Η πλοκή
του βιβλίου φαίνεται να είναι, και έτσι είναι τελικά, μια βιογραφία, κατά
κάποιον τρόπο, της οικογένειας του ήρωα του αλλά διανθισμένη με μπόλικα άλλα στοιχεία
που ακόμα και όσοι έχουν ζήσει καταστάσεις που αναφέρονται στο βιβλίο,
αδυνατούν να ξεχωρίσουν σε ποιο σημείο τελειώνει το πραγματικό γεγονός και που
αρχίζει η μυθοπλασία.
Ακολουθώντας τα βήματα της ζωής του ήρωα, που ξεκινάει με τον ερχομό του από τον
στρατό, περνάνε μπροστά σου τα πρόσωπα και η ζωή της οικογένεια του ήρωα, των
ανυπότακτων φίλων του, αλλά και των ανθρώπων της εξουσίας που, με την
αυταρχικότητα τους, οδήγησαν πολλούς από τους «νικητές» να περάσουν στους «ηττημένους».
Περνάνε από μπροστά
σου τοπικά γεγονότα, ελληνικά γεγονότα αλλά και διεθνή. Έρχεται μπροστά σου η
εικόνα που η αστυνομία σαπίζει στο ξύλο τον Ξενοφώντα τον λαουτιέρη επειδή,
γυρίζοντας νύχτα από το μεροκάματο, δεν πρόλαβε να πάει να ψηφίσει στο
δημοψήφισμα, αλλά και το λάλημα του λαούτου του. Είναι σαν να βλέπεις τον
Αργύρη το μαναβάκι να γυρίζει με τον γάιδαρο και να πουλά τα ζαρζαβατικά του
και να τυλίγει την Αυγούλα μέσα στα
ζαρζαβατικά για να μην τον πάρει μυρουδιά ο χαφιές που πάντα ακολουθούσε από
μακριά.
Είναι σαν να περνάνε
από μπροστά σου τα άλλα «καλά παιδιά» της Εξουσίας, που τη στήνανε μέσα στα
στενοσόκακα για να ακούσουν τι λένε στα σπίτια τους οι «ΑΝΥΠΟΤΑΚΤΟΙ ΔΥΣΚΟΛΩΝ
ΚΑΙΡΩΝ».
Μέσα από τις σελίδες των «ΑΝΥΠΟΤΑΚΤΩΝ» περνάνε οι
ΑΝΥΠΟΤΑΚΤΟΙ εκείνοι , της μετεμφυλιακής περιόδου, που κρατούσαν και
μεταλαμπαδεύανε την φλόγα της δικαιοσύνης, της συναδέλφωσης, της ειρήνης –
ακόμα και η λέξη ειρήνη δεν ηχούσε καλά στα αυτιά της εξουσίας –με ό,τι αυτό
συνεπάγεται.
Έρχονται μπροστά σου
οι εικόνες των ανθρώπων που χαράματα, με κρύο και με ζέστη, ανέβαιναν τον
Τούμπανο για το «μεροδούλι μεροφάι».
Έρχονται μπροστά σου
τα γεγονότα και οι σκηνές της απεργιακής κινητοποίησης στα Μεταλλεία του «Μαύρου
Λάκκου», και γίνεσαι πάλι ένα δεκαεξάρικο αμούστακο παιδί να παίρνεις
μέρος σε κείνες τις κινητοποιήσεις. Κινητοποιήσεις
που σε μάθανε τι θα πει εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο και πως «Νόμος είναι το
δίκιο του εργάτη». Περνάνε -πάρτε και διαβάστε το βιβλίο μη θέλετε να τα
σχολιάσω όλα εδώ- και πολλοί άλλοι.
Δεν λείπουν τέλος ούτε οι έρωτες, εεεεε βιβλίο χωρίς να
κάνει και κάποια αναφορά σε έρωτες δεν γίνεται. Και λίγος έρωτας χρειάζεται.
Και μέχρι που ο
Αργύρης το μαναβάκι να μην βάζει πια μέσα στα καλάθια του την ΑΥΓΟΥΛΑ, αφού
μπορούσες να την πάρεις από το περίπτερο, γνωρίζοντας βέβαια πως το φακέλωμα
πάλι δεν το γλυτώνεις, ήρθε το ξημέρωμα της 21 Απρίλη 1967 που εκείνο το
ξημέρωμα έγινε μια εφτάχρονη και βάλε νύχτα, που οι …σωτήρες και οι … οι
γιατροί κλίσανε την ΑΥΓΟΥΛΑ, τον ήρωα του βιβλίου στείλανε στους στα
«διαβολονήσια» και στους «Παρθενώνες» του Κανελλόπουλου.
Και σε ότι αφορά
τους άλλους ντόπιους
Ανυπότακτους, μπορεί να γλύτωσαν τα «διαβολονήσια» και τους «Παρθενώνες» αλλά στους φακέλους των διαφόρων Γεροδήμων
υπήρχε φαρδιά πλατιά η φράση «Εχθρός του κρατούντος κοινωνικού καθεστώτος». Και
κάθε, τρεις και πέντε, όλοι οι Γεροδήμηδες που περνούσαν από το χωρι,τους
καλούσαν στο τμήμα «δια υπόθεσήν τους».
Τέλος το βιβλίο
τελειώνει με τον ερχομό της σητκατοπυνα μικρής για να συνεχίσει το έργο
τον «ΑΝΥΠΟΤΑΚΤΩΝ»
Καλό δρόμο να έχει το βιβλίο σου Τάσο.
Περιμένουμε να τριτώσει.
Ααααα οτκατοπυνα ευχαριστώ για την
αφιέρωση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου