ΚΑΘΑΡΗ ΕΒΔΟΜΑΔΑ – ΝΗΣΤΕΙΑ – ΛΑΤΡΕΙΑ – ΜΕΓΑΣ ΚΑΝΩΝ
Η ΛΑΤΡΕΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗ ΜΕΓΑΛΗ ΣΑΡΑΚΟΣΤΗ
Απ’ όλους τους λειτουργικούς κανόνες που αναφέρονται στη Μεγάλη Σαρακοστή ένας είναι που έχει αποφασιστική σημασία για την κατανόησή της, παράδοξο αλλά είναι το κλειδί. Πρόκειται για τον κανόνα που απαγορεύει τη τέλεση της Θείας Λειτουργίας στη διάρκεια της Μ. Σαρακοστής (εκτός Σαββάτου και Κυριακής), με μόνη εξαίρεση τη γιορτή του Ευαγγελισμού αν πέσει από Δευτέρα έως Παρασκευή.
Όμως αυτές τις μέρες ορίζεται να τελείται μια ειδική ακολουθία που ονομάζεται Λειτουργία των <<Προηγιασμένων Δώρων>>
Δεν τελείται η Θεία Ευχαριστία στις μέρες της νηστείας γιατί η τέλεσή της είναι πανηγυρική, είναι μια διαρκής κίνηση χαράς. Η Θεία Ευχαριστία σαν μυστήριο και πανηγυρισμός της Βασιλείας, σαν γιορτή της Εκκλησίας, δε συμβιβάζεται με τη νηστεία και δεν τελείται στη διάρκεια της Μ. Σαρακοστής. Τελείται όμως η <<Προηγιασμένη>>, τα Τίμια Δώρα δηλαδή, έχουν καθαγιασθεί στη Θεία Λειτουργία της προηγούμενης Κυριακής και φυλάγονται στην Αγία Τράπεζα για να προσφερθούν τις καθημερινές, σαν χάρη και δύναμη της Βασιλείας του Θεού που ενεργεί στον κόσμο, σαν προμηθευτής της <<ουσιαστικής τροφής>> μας και των όπλων για τον πνευματικό αγώνα μας. Βρίσκεται στην καρδιά της νηστείας, είναι στ’ αλήθεια το μάννα εξ ουρανού που μας διατηρεί ζωντανούς στο ταξίδι μας μέσα στην έρημο της Μεγάλης Σαρακοστής.
_____________________________________________________
Ανάμεσα στους ύμνους της Μ. Σαρακοστής μια σύντομη προσευχή λέγεται δύο φορές στο τέλος κάθε ακολουθίας από Δευτέρα έως Παρασκευή, (τα Σαββατοκύριακα δεν έχουν το τυπικό της Σαρακοστής).
Αποδίδεται σ’ ένα από τους μεγάλους δασκάλους της πνευματικής ζωής, τον Άγιο Εφραίμ το Σύρο. Να το κείμενο (σε μετάφραση):
Κύριε και Δέσποτα της ζωής μου, πνεύμα αργίας, περιεργίας φιλαρχίας, και αργολογίας μη μου δώσεις. Πνεύμα δε σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, υπομονής και αγάπης, χάρισέ μου στο δούλο σου. Ναι Κύριε Βασιλεύ, δώρησαι να βλέπω τα πταίσματά μου και να μη κατακρίνω τον αδελφό μου, γιατί είσαι ευλογημένος σ’ όλους του αιώνες. Αμήν.Κατέχει μια τόσο σημαντική θέση στην όλη λατρεία της Μ. Σαρακοστής, αυτή η προσευχή του Αγίου Εφραίμ, γιατί απαριθμεί μ’ ένα μοναδικό τρόπο, όλα τα αρνητικά και τα θετικά στοιχεία της μετανοίας.
_____________________________________________________
Κανένας δεν μπορεί να παρακολουθήσει ολόκληρο το λατρευτικό κύκλο της Μ. Σαρακοστής. Ο καθένας όμως μπορεί να παρακολουθήσει μερικές έστω ακολουθίες. Δεν υπάρχει καμμία δικαιολογία για κείνους που στη διάρκεια της Μ. Σαρακοστής δεν αυξάνουν το χρόνο για παρακολούθηση και συμμετοχή στη Θεία Λατρεία. Εδώ και πάλι οι προσωπικές συνθήκες οι ατομικές δυνατότητες και αδυναμίες μπορεί να ποικίλουν και να οδηγούν σε διάφορες αποφάσεις. Μπορούμε να προτείνουμε το κατώτατο όριο παρακολούθησης όχι με σκοπό την πνευματικά καταστρεπτική αίσθηση ότι έχουμε εκπληρώσει μια υποχρέωσή μας, αλλά να πάρουμε τουλάχιστον τα στοιχειώδη από το λειτουργικό πνεύμα της Σαρακοστής.
Πρώτα πρώτα θα πρέπει να παρακολουθήσουμε τον Εσπερινό της Κυριακής της Συγγνώμης. Τίποτα περισσότερο από την ακολουθία αυτή δεν φανερώνει το νόημα της Μ. Σαρακοστής, σαν κρίση μετανοίας, συμφιλίωσης, σαν ένα ξεκίνημα όλων μαζί για το κοινό ταξίδι.
Η επόμενη προτεραιότητα πρέπει να δοθεί στην πρώτη εβδομάδα των Νηστειών. Ειδική προσπάθεια πρέπει να γίνει για την παρακολούθηση τουλάχιστον μια φορά του Μεγάλου Κανόνα του Αγίου Ανδρέα.
Κατόπιν, στην όλη διάρκεια της Μ. Σαρακοστής είναι επιτακτική ανάγκη να δώσουμε ένα τουλάχιστον απόγευμα για να παρακολουθήσουμε τη Θεία Λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων.
Καμιά αναφορά στις συνθήκες της ζωής, στην έλλειψη χρόνου κλπ., δεν γίνεται δεκτή σ’ αυτό το σημείο. Όλα εξαρτώνται από τα αν παίρνουμε ή όχι στα σοβαρά τη πίστη μας. Αν όμως στερηθούμε και αυτές τις ελάχιστες φορές, τότε στερούμε στον εαυτό μας μια αναντικατάστατη πνευματική έμπνευση και βοήθεια.
_______________________
(ALEXANDER SCHMEMANN-ΜΕΓΑΛΗ ΣΑΡΑΚΟΣΤΗ
-ΠΟΡΕΙΑ ΠΡΟΣ ΤΟ ΠΑΣΧΑ- ΕΚΔΟΣΕΙΣ <<ΑΚΡΙΤΑΣ>> )
Αναδημοσίευση από 
Και ένα υπέροχο “φιλοκαλλικό” κείμενο για την “καρδιά” της Μεγάλης Τεσσαρακοστής του π. Κωνσταντίνου Καλλιανού.
(Το νησί του π. Κωνσταντίνου είναι η Σκόπελος των Β. Σποράδων)
ΤΑ ΑΝΘΗ ΤΑ ΜΩΒ ΤΗΣ ΠΡΟΗΓΙΑΣΜΕΝΗΣ
Μέσα στὸ μεγαλεῖο τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς ὑφαίνονται καὶ ἐπεξεργάζονται, παράλληλα μὲ τὴ κατάνυξη, οἱ πλέον εὐλογημένες μνῆμες, γιὰ ν᾿ ἀποτελέσουν κάποτε ἔνδυμα περιούσιο καὶ στοργικὸ, ὅταν ἀναδυθοῦν χρόνια δίσεκτα καὶ ἄσπλαχνα: ὅπως γίνονται τὰ δικά μας…
Δὲν εἶναι διόλου εὔκολο νὰ περιγράψεις τὴν τέλεση μιᾶς Προηγιασμένης Λειτουργίας σὲ κάποιο ἀπρόσιτο καὶ μακρυνὸ μοναστήρι, ὅπως εἶναι ἡ Μονὴ τοῦ Τιμίου Προδρόμου στὸ νησὶ μου, ἤ μᾶλλον ὅπως ἦταν πρὶν ἀπό τριάντα χρόνια, ὅταν μονάχα μὲ ἐπώδυνο ὁδοιπορία ἤ μὲ τὸ ὑποζύγιο τὴν προσέγγιζες. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁδηγεῖς τὴ μνήμη σου, νοσταλγικὰ καὶ εὐκατάνυκτα, σὲ μέρες ὅπου οἱ ἐκεῖ τελούμενες Προηγιασμένες θεῖες Λειτουργίες ἦταν δεμένες ἄρρηκτα μὲ τὴν ἡσυχία, τὴ σιωπὴ καὶ τὴν Παρουσία Του…
Δὲν εἶναι διόλου εὔκολο νὰ περιγράψεις τὴν τέλεση μιᾶς Προηγιασμένης Λειτουργίας σὲ κάποιο ἀπρόσιτο καὶ μακρυνὸ μοναστήρι, ὅπως εἶναι ἡ Μονὴ τοῦ Τιμίου Προδρόμου στὸ νησὶ μου, ἤ μᾶλλον ὅπως ἦταν πρὶν ἀπό τριάντα χρόνια, ὅταν μονάχα μὲ ἐπώδυνο ὁδοιπορία ἤ μὲ τὸ ὑποζύγιο τὴν προσέγγιζες. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁδηγεῖς τὴ μνήμη σου, νοσταλγικὰ καὶ εὐκατάνυκτα, σὲ μέρες ὅπου οἱ ἐκεῖ τελούμενες Προηγιασμένες θεῖες Λειτουργίες ἦταν δεμένες ἄρρηκτα μὲ τὴν ἡσυχία, τὴ σιωπὴ καὶ τὴν Παρουσία Του…
Ὁ Προηγιασμένος Ἄρτος πάντα εὐώδης ἀπό τὸ ζυμωτὸ, τὸ μοναστηρίσιο πρόσφορο καὶ τὸ γνήσιο, ἀνόθευτο, χωρὶς συντηρητικά, νᾶμμα, ποὺ τὸ φρόντιζαν οἱ μοναχὲς, καθὼς τὸν Σεπτέμβριο, στὸν τρύγο, διάλεγαν τὰ καλύτερα σταφύλια, τὰ λιάζανε, δηλ. τὰ βάζανε λίγες μέρες στὸν ἥλιο, ὥστε νὰ ἐλαττωθοῦν τὰ ὄσα ὑγρὰ ἀπόμεναν, κι ὕστερα τὰ στίβανε μὲ εὐλάβεια καὶ κάνανε τὸ νᾶμμα τῆς χρονιᾶς. Νᾶμμα καθαρὸ, κατὰ πάντα εὔγευστο κι ἁγιασμένο, ἀφοῦ εἶχε δεχθεῖ τόσες εὐχὲς καὶ προσευχές.
Ἡ λειτουργία γινόταν στὸ μισοσκότεινο Καθολικὸ μὲ λαμπάδες, κεριὰ καὶ καντήλια. Ἀργότερα, ὅταν πῆγε κι ἐκεῖ τὸ ἡλεκτρικὸ, σταμάτησε αὐτόματα κι ὁ Χρόνος, ἀφοῦ δὲν ἀνέβαινε στὴν ψυχὴ ἡ ἁπλότητα, ἡ συγκίνηση καὶ ἡ εὐπρέπεια ποὺ ἀναδύονται ἀπό τὸ λιτὸ τὸ φωτισμὸ, τὴν ἡσυχασμένη ἀτμόσφαιρα καὶ τὶς προσεγμένες κινήσεις…
Πάντα μέσα στὴ Λειτουργία ὑπῆρχαν ἐκεῖνα τὰ φορτισμένα μὲ εἰρήνη Θεοῦ σιωπητήρια, δηλαδὴ κάποια χρονικὰ διαστήματα, ὅπου ὅλοι σιωπούσαμε: γιὰ νὰ βαδίσει ὁ Θεὸς ἀναμεσά μας… Ἐπειδὴ αὐτὸ τότε ὄλοι ἐπιζητούσαμε κι ὄχι τὸ νὰ κοιτάζουμε νὰ πληρώνουμε, νὰ γεμίζουμε δηλαδὴ τὸ χρόνο μας μὲ τὰ ὅσα περιττὰ καὶ ἄκαρπα, ποὺ φυσικὰ δὲν ἀφοροῦν τὴν πνευματικὴ μας ἐνηλικίωση καὶ ὡριμότητα.
Μόνο, ποὺ καθὼς περνοῦσαν τὰ χρόνια ἄρχισε νὰ μᾶς μπολιάζει τὸ πνεῦμα τοῦ κόσμου καὶ τῆς αὐτο-προβολῆς, γι᾿ αὐτὸ καὶ στήθηκαν μικροφωνικὲς ἐγκαταστάσεις ἐκεῖ ποὺ κάποτε βημάτιζε ἡ Σιωπὴ, ἡ Γλῶσσα τοῦ Θεοῦ δηλαδὴ (πρβλ. ὅσιο Ἰσαὰκ τὸν Σῦρο), κι ἔτσι ἀπόμειναν τὰ εὐλαβικὰ σιωπητήρια Μνήμη καὶ Νόστος, ἀπὸ ἕνα χθὲς καθαγιασμένο.
Ὅμως ἐκεῖνο ποὺ πρόσθετε σὲ ὄλη αὐτὴ τὴν ἀτμόσφαιρα μιὰν ἀκόμα πινελιὰ, δοσμένη μὲ γνήσιο Ποιητικὸ τρόπο καὶ ἐξαγιαστικὸ -ἐξάπαντος ἀπό τὸ Χέρι τοῦ Θεοῦ φερμένη- ἦταν κάτι ποὺ τὸ παρατηροῦσες συνήθως κατὰ τὴ ἐπιστοφὴ πρὸς τὴ Χώρα, ἡ ὁποία γινόταν πάντα ὁδοιπορικῶς.
Καθὼς, λοιπὸν, κατέβαινες τὸ δύσκολο μονοπάτι, ποὺ τὸ φώτιζε τὸ γλυκὸ ἀνοιξιάτικο φῶς τοῦ πρωϊνοῦ ἥλιου ἤ τὸ στεφάνωνε ἐκείνη ἡ γκρίζα, ἀλλὰ πάντα στολισμένη μὲ σταλαγμοὺς νοσταλγίας συννεφιὰ, παρατηροῦσες πὼς ἐκεῖνο τὸ πένθιμο χρῶμα τῶν ἱερῶν καλυμμάτων, τῆς Ἁγίας Τραπέζης καὶ τοῦ ἱ. Δισκοπότηρου σὲ ἀκολουθοῦσε… Λὲς καὶ ἡ Χαρμολύπη τῆς Σαρακοστῆς γινόταν συνοδοιπόρος σου, ἀφοῦ στὶς ἄκρες τοῦ μονοπατιοῦ ἐμφανίζονταν ἐκεῖνα τὰ τετράφυλλα μώβ ἀνθάκια -ποὺ δὲν ἔμαθες ποτὲ τὸ ὄνομά τους- καὶ τἄνοιωθες νὰ σὲ ἀκολουθοῦν, καθὼς γέμιζαν ὅλες σχεδὸν τὶς ἄκρες τοῦ δρόμου. Αἰσθανόσουν, λοιπόν, ὅτι αὐτὰ τὰ ταπεινὰ ἄνθη ἀπέπνεαν τὸ δικὸ τους θυμίαμα κατανύξεως καὶ χαροποιοῦ πένθους, στολίζοντας μὲ χάρη τὴ Σαρακοστὴ…
Αὐτά, λοιπόν, τὰ μὼβ ἄνθη τῆς Σαρακοστῆς τ᾿ ἀγάπησες τόσο, γιατὶ κάθε χρόνο, μέχρι νὰ φανεῖ ὁ ἄσπλαχνος «πολιτισμὸς» ὁποὺ μὲ μπουλντόζες, μηχανὲς καὶ ἄλλα παρόμοια μέσα ἐξαφάνισαν τὰ μονοπάτια καὶ ἔσβησαν αὐτὲς τὶς λιτὲς καὶ κατανυκτικὲς παρουσίες, σὲ συντρόφευαν καὶ ἐπιμήκυναν μὲ τρόπο μυστηριώδη καὶ θεοφιλῆ τὴν Προηγιασμένη…
Γιατὶ καταλάβαινες πολὺ καλὰ ὅτι τὸ Χρῶμα τοῦ Πένθους τῆς Σαρακοστῆς ἁπλωνόταν μὲ περισσὴ φροντίδα παντοῦ, ἀκόμα καὶ στὰ ἀθῶα τὰ ἄνθη, μέχρι νἄρθει ἡ Μεγαλοβδομάδα μὲ τὶς ἄλικες τὶς παπαροῦνες γιὰ νὰ μηνύσει ὅτι ἔρχεται Πάσχα. Δηλαδὴ, ἔνας ἄλλος δρόμος, μιὰ ἄλλη μορφὴ ζωῆς ποὺ ἔπρεπε νὰ περπατήσεις, πάντα μὲ τὴ δικιὰ Του τὴ συντροφιὰ, ὅπως τότε, στὸν εὐσκιόφυλλο δρόμο πρὸς Ἐμμαοὺς (πρβλ. Λκ. 23, 13 ἑξ)…
Βλέπεις, ἐκεῖνο τὸ «Πᾶσα ἡ κτίσις ἡλλοιοῦτο φόβῳ», ποὺ λέγεται τὴ Μεγάλη Παρασκευή, δὲ γράφτηκε τυχαῖα…
Ἡ λειτουργία γινόταν στὸ μισοσκότεινο Καθολικὸ μὲ λαμπάδες, κεριὰ καὶ καντήλια. Ἀργότερα, ὅταν πῆγε κι ἐκεῖ τὸ ἡλεκτρικὸ, σταμάτησε αὐτόματα κι ὁ Χρόνος, ἀφοῦ δὲν ἀνέβαινε στὴν ψυχὴ ἡ ἁπλότητα, ἡ συγκίνηση καὶ ἡ εὐπρέπεια ποὺ ἀναδύονται ἀπό τὸ λιτὸ τὸ φωτισμὸ, τὴν ἡσυχασμένη ἀτμόσφαιρα καὶ τὶς προσεγμένες κινήσεις…
Πάντα μέσα στὴ Λειτουργία ὑπῆρχαν ἐκεῖνα τὰ φορτισμένα μὲ εἰρήνη Θεοῦ σιωπητήρια, δηλαδὴ κάποια χρονικὰ διαστήματα, ὅπου ὅλοι σιωπούσαμε: γιὰ νὰ βαδίσει ὁ Θεὸς ἀναμεσά μας… Ἐπειδὴ αὐτὸ τότε ὄλοι ἐπιζητούσαμε κι ὄχι τὸ νὰ κοιτάζουμε νὰ πληρώνουμε, νὰ γεμίζουμε δηλαδὴ τὸ χρόνο μας μὲ τὰ ὅσα περιττὰ καὶ ἄκαρπα, ποὺ φυσικὰ δὲν ἀφοροῦν τὴν πνευματικὴ μας ἐνηλικίωση καὶ ὡριμότητα.
Μόνο, ποὺ καθὼς περνοῦσαν τὰ χρόνια ἄρχισε νὰ μᾶς μπολιάζει τὸ πνεῦμα τοῦ κόσμου καὶ τῆς αὐτο-προβολῆς, γι᾿ αὐτὸ καὶ στήθηκαν μικροφωνικὲς ἐγκαταστάσεις ἐκεῖ ποὺ κάποτε βημάτιζε ἡ Σιωπὴ, ἡ Γλῶσσα τοῦ Θεοῦ δηλαδὴ (πρβλ. ὅσιο Ἰσαὰκ τὸν Σῦρο), κι ἔτσι ἀπόμειναν τὰ εὐλαβικὰ σιωπητήρια Μνήμη καὶ Νόστος, ἀπὸ ἕνα χθὲς καθαγιασμένο.
Ὅμως ἐκεῖνο ποὺ πρόσθετε σὲ ὄλη αὐτὴ τὴν ἀτμόσφαιρα μιὰν ἀκόμα πινελιὰ, δοσμένη μὲ γνήσιο Ποιητικὸ τρόπο καὶ ἐξαγιαστικὸ -ἐξάπαντος ἀπό τὸ Χέρι τοῦ Θεοῦ φερμένη- ἦταν κάτι ποὺ τὸ παρατηροῦσες συνήθως κατὰ τὴ ἐπιστοφὴ πρὸς τὴ Χώρα, ἡ ὁποία γινόταν πάντα ὁδοιπορικῶς.
Καθὼς, λοιπὸν, κατέβαινες τὸ δύσκολο μονοπάτι, ποὺ τὸ φώτιζε τὸ γλυκὸ ἀνοιξιάτικο φῶς τοῦ πρωϊνοῦ ἥλιου ἤ τὸ στεφάνωνε ἐκείνη ἡ γκρίζα, ἀλλὰ πάντα στολισμένη μὲ σταλαγμοὺς νοσταλγίας συννεφιὰ, παρατηροῦσες πὼς ἐκεῖνο τὸ πένθιμο χρῶμα τῶν ἱερῶν καλυμμάτων, τῆς Ἁγίας Τραπέζης καὶ τοῦ ἱ. Δισκοπότηρου σὲ ἀκολουθοῦσε… Λὲς καὶ ἡ Χαρμολύπη τῆς Σαρακοστῆς γινόταν συνοδοιπόρος σου, ἀφοῦ στὶς ἄκρες τοῦ μονοπατιοῦ ἐμφανίζονταν ἐκεῖνα τὰ τετράφυλλα μώβ ἀνθάκια -ποὺ δὲν ἔμαθες ποτὲ τὸ ὄνομά τους- καὶ τἄνοιωθες νὰ σὲ ἀκολουθοῦν, καθὼς γέμιζαν ὅλες σχεδὸν τὶς ἄκρες τοῦ δρόμου. Αἰσθανόσουν, λοιπόν, ὅτι αὐτὰ τὰ ταπεινὰ ἄνθη ἀπέπνεαν τὸ δικὸ τους θυμίαμα κατανύξεως καὶ χαροποιοῦ πένθους, στολίζοντας μὲ χάρη τὴ Σαρακοστὴ…
Αὐτά, λοιπόν, τὰ μὼβ ἄνθη τῆς Σαρακοστῆς τ᾿ ἀγάπησες τόσο, γιατὶ κάθε χρόνο, μέχρι νὰ φανεῖ ὁ ἄσπλαχνος «πολιτισμὸς» ὁποὺ μὲ μπουλντόζες, μηχανὲς καὶ ἄλλα παρόμοια μέσα ἐξαφάνισαν τὰ μονοπάτια καὶ ἔσβησαν αὐτὲς τὶς λιτὲς καὶ κατανυκτικὲς παρουσίες, σὲ συντρόφευαν καὶ ἐπιμήκυναν μὲ τρόπο μυστηριώδη καὶ θεοφιλῆ τὴν Προηγιασμένη…
Γιατὶ καταλάβαινες πολὺ καλὰ ὅτι τὸ Χρῶμα τοῦ Πένθους τῆς Σαρακοστῆς ἁπλωνόταν μὲ περισσὴ φροντίδα παντοῦ, ἀκόμα καὶ στὰ ἀθῶα τὰ ἄνθη, μέχρι νἄρθει ἡ Μεγαλοβδομάδα μὲ τὶς ἄλικες τὶς παπαροῦνες γιὰ νὰ μηνύσει ὅτι ἔρχεται Πάσχα. Δηλαδὴ, ἔνας ἄλλος δρόμος, μιὰ ἄλλη μορφὴ ζωῆς ποὺ ἔπρεπε νὰ περπατήσεις, πάντα μὲ τὴ δικιὰ Του τὴ συντροφιὰ, ὅπως τότε, στὸν εὐσκιόφυλλο δρόμο πρὸς Ἐμμαοὺς (πρβλ. Λκ. 23, 13 ἑξ)…
Βλέπεις, ἐκεῖνο τὸ «Πᾶσα ἡ κτίσις ἡλλοιοῦτο φόβῳ», ποὺ λέγεται τὴ Μεγάλη Παρασκευή, δὲ γράφτηκε τυχαῖα…
π. Κων. Ν. Καλλιανὸς
ΠΗΓΗ:http://enoriapanagias.wordpress.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου