«Αυτός που χάθηκε ανεξήγητα ένα απόγευμα
(ίσως και να τον πήραν)
είχε αφήσει στο τραπέζι της κουζίνας
τα μάλλινα γάντια του σα δυο κομμένα χέρια
αναίμακτα, αδιαμαρτύρητα, γαλήνια, ή μάλλον
σαν τα ίδια του τα χέρια, λίγο πρησμένα, γεμισμένα
με το χλιαρόν αέρα μιας πανάρχαιης υπομονής.
Εκεί,
ανάμεσα στα χαλαρά, μάλλινα δάχτυλα,
ή το ποτήρι του κρασιού μας, ξέροντας καθησυχαστικά
ότι στα γάντια τουλάχιστον δεν μπαίνουν χειροπέδες».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου