σύρε, ακριβέ μου, στο καλό, μη σε προφτάσει η μπόρα.
-Μάνα μου, κοίτα, ενύχτωσε, πώς να κινήσω; βρέχει,
μάνα, μια θλίψη με κρατεί και μια τρομάρα μ’ έχει.
-Παιδί μου, όλοι θα φύγουνε, κι αν μείνεις τελευταίος;
σύρε, και πάντα να ‘σαι ορθός και πάντα να ‘σαι ωραίος.
-Μάνα, ο χειμώνας ρυάζεται κι η νύχτα αγκομαχάει,
με δένει, μάνα, μια ντροπή κι ένας καημός με πάει.
-Βλέπε, παιδί μου, πάντα ομπρός. Το χτες μη σε πικραίνει.
Τώρα η ζωή σαν άλογο στην πόρτα σε προσμένει.
-Μάνα, οι ανέμοι ρίξανε του δρόμου το πλατάνι,
με τρώει, μανούλα, η θύμηση κι ο πόνος με δαγκώνει.
-Παιδί μου, όλοι θα φύγουνε, κι αν μείνεις τελευταίος;
σύρε, και πάντα να ‘σαι ορθός και πάντα να’ σαι ωραίος.
-Μάνα μου, κοίτα, ενύχτωσε, πώς να κινήσω; βρέχει,
μάνα, μια θλίψη με κρατεί και μια τρομάρα μ’ έχει.
ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΥΡΩΤΑΚΗΣ (1919)
(ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΕΖΑ)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου