Δευτέρα 11 Νοεμβρίου 2013

Ετούτος δω ο λαός δε γονατίζει παρά μονάχα μπροστά στους νεκρούς του.(*)

(*) Γιάννης Ρίτσος
'Εφυγε σαν σήμερα το 1990.(**)

Μεριικά αποσπάσματα από ποιήματα του που έχουν μελοποιηθεί

Aυτά τα δέντρα δε βολεύονται με λιγότερο ουρανό, 
αυτές οι πέτρες δε βολεύονται κάτου απ’ τα ξένα βήματα,
αυτά τα πρόσωπα δε βολεύονται παρά μόνο στον ήλιο,
αυτές οι καρδιές δε βολεύονται παρά μόνο στο δίκιο...
 (Αυτά τα δέντρα)

Κείνες τις ώρες, σφίγγεις το χέρι του συντρόφου σου, 
γίνεται μια σιωπή γεμάτη δέντρα,
το τσιγάρο κομμένο στη μέση, γυρίζει από στόμα σε στόμα,
όπως ένα φανάρι που ψάχνει το δάσος, βρίσκουμε τη φλέβα
που φτάνει στην καρδιά της άνοιξης, χαμογελάμε.
 (Αυτά τα κόκκινα Σημάδια)

Μας σκοτώνουν κάθε μέρα  
Ο σκοτωμένοι ξεκουράζονται κάτου π’ τ χμα, 
μ
δ, πάνου π’ τ χμα μς σκοτώνουν κάθε μέρα, 
σκοτώνουν κάθε μέρα τ
ν λπίδα μας
σκοτώνουν κάθε μέρα στ
κατώφλι μας τ φς
κα
τ μικρ γαλήνη το στρωμένου τραπεζιο
κα
τ φιλ πο κλάει στν κρη τν χειλιν μας
κι
κόμα δν μπορομε ν πεθάνουμε 
δ
ν μπορομε.

 





Άιντε και ντε

Άιντε και ντε
άιντε και ντε
άιντε και ντε
άιντε ντε
άιντε και ντε

Άιντε το τραίνο πήγαινε
όρθιος ο μηχανοδηγός
με το κασκέτο του στραβά
καλό τιμόνι κουμαντάριζε
μες στη καπνιά
μες στη βραδιά
με μπλούζα σαν λυκοπροβιά
ασίκης μηχανοδηγός
με το μικρό μουστάκι του
καλό τιμόνι οδήγαγε
το τραίνο για τον ουρανό
άιντε και ντε...

Κι όλο στον ουρανό το τραίνο πήγαινε
άιντε και νύχτωνε
πίσω του δάσος ορφανό
άφηνε μιαν ουρά καπνό
στο ματωμένο δειληνό
άιντε ντε

Άιντε και ντε...
μες στην πετσέτα το ψωμί και το κρομμύδι
ώρα για σχόλασμα παιδιά
ένας σπουργίτης μοναχά
τα ψίχουλα τσιμπολογά
άιντε και ντε...

Άιντε και ντε...
άιντε τα τραίνα βούλιαξαν
ένα μονάχο καταμόναχο
έξω απ’ τις ράγες πήγαινε
με τους νεκρούς του θερμαστές
και τους νεκρούς εισπράκτορες
μια μαλακιάν ουρά καπνό
άφηνε μες στον ουρανό
μεγάλο δάσος ορφανό
μια μαλακιάν ουρά καπνό
στο μαραμένο δειληνό
άιντε και ντε...

Άιντε και ντε...
κάψα και σίδερο

Να μια, να δυο, να κι άλλη μια
λοστοί ξηνάρια και σφυριά
κι ο δυναμίτης στη βραχόπετρα
στα μάτια σου πέτρα μουγκή
στα μάτια σου πέτρα σκληρή
σπίτι δεν έχτισες εσύ
με τη δουλειά σου τη βαριά
χτίσ’ το λοιπόν με την βαρυά
να δυο, να τρεις να κι άλλη μια
κι ο κόκορας λαλεί μακρυά
άιντε και ντε...

(**)Ο Γ. Ρίτσος εξέδωσε την πρώτη του ποιητική συλλογή το 1934 με τον τίτλο «Τρακτέρ». Την ίδια χρονιά εντάχθηκε στο ΚΚΕ, ενώ συνεργάστηκε και με το «Ριζοσπάστη», χρησιμοποιώντας το ψευδώνυμο Γ. Σοστίρ, από αναγραμματισμό του ονόματός του. Τα γεγονότα του Μάη του 1936 στη Θεσσαλονίκη συγκλονίζουν την εργατική τάξη της χώρας μας και τον ίδιο: Στις 11 Μάη στέλνει τρία από τα δεκατέσσερα θρηνητικά ποιήματά του στο «Ριζοσπάστη» και την επόμενη μέρα η εφημερίδα τα δημοσιεύει, με γενικό τίτλο «Μοιρολόι». Ολόκληρο το έργο θα κυκλοφορήσει λίγο αργότερα, στις 8/6/1936, με τον τίτλο «Επιτάφιος». Την περίοδο της Κατοχής ο Γ. Ρίτσος πήρε ενεργό μέρος στην ΕΑΜική Εθνική Αντίσταση, ενώ μετά την απελευθέρωση, το 1948-1952, εξορίστηκε διαδοχικά στη Λήμνο, στη Μακρόνησο και τον Αϊ Στράτη. Μετά την απελευθέρωσή του δραστηριοποιείται μέσα από τις γραμμές της ΕΔΑ. Το 1956 τύπωσε τη «Σονάτα του σεληνόφωτος», για την οποία τιμήθηκε με το Α' Κρατικό Βραβείο ποίησης, το 1960 κυκλοφόρησε η μελοποίηση του «Επιτάφιου» από τον Μίκη Θεοδωράκη, ενώ το 1966 τυπώθηκε αυτοτελώς η «Ρωμιοσύνη» (πρώτη έκδοση το 1954), η οποία επίσης μελοποιήθηκε από τον Μ. Θεοδωράκη. Την περίοδο της Χούντας, συνελήφθη και εξορίστηκε και πάλι στη Γυάρο και μετά στη Λέρο. Υπό το βάρος της διεθνούς κατακραυγής, αλλά και λόγω της σοβαρής του ασθένειας, η Χούντα αναγκάστηκε να τον μεταφέρει από την εξορία θέτοντάς τον σε κατ’ οίκον περιορισμό μέχρι το 1970. Μετά τη μεταπολίτευση έτυχε πλήθους διακρίσεων στην Ελλάδα και το εξωτερικό: Προτάθηκε για το βραβείο Νόμπελ το 1975, τιμήθηκε με το βραβείο «Λένιν» το 1977, κ.ά. Ο Γ. Ρίτσος παρέμεινε στρατευμένος στην υπόθεση του σοσιαλισμού μέσα από τις γραμμές του Κομμουνιστικού Κόμματος έως την τελευταία του πνοή.

Δεν υπάρχουν σχόλια: